σπανίως
From LSJ
Κάλλιστόν ἐστι κτῆμα παιδεία βροτοῖς → Doctrina hominibus optima est possessio → für Sterbliche ist Bildung das wertvollste Gut
French (Bailly abrégé)
adv.
rarement;
Cp. σπανιώτερον.
Étymologie: σπάνιος.
Greek Monolingual
ΝΜΑ, και σπάνια Ν
βλ. σπάνιος.
Russian (Dvoretsky)
σπᾰνίως: редко Thuc., Xen., Arst.
English (Woodhouse)
(see also: σπάνιος) infrequently, occasionally, rarely, scantily, sparsely