θυγατερεΐς

From LSJ
Revision as of 09:00, 8 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+)<\/b>" to "$1")

Βίος κέκληται δ' ὡς βίᾳ πορίζεται → Vi quia paratur vita, vita dicitur → Weil's auf gewaltsamem Streben beruht, heißt's Lebensgut

Menander, Monostichoi, 66
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θῠγᾰτερεΐς Medium diacritics: θυγατερεΐς Low diacritics: θυγατερεΐς Capitals: ΘΥΓΑΤΕΡΕΪΣ
Transliteration A: thygatereḯs Transliteration B: thygatereis Transliteration C: thygatereis Beta Code: qugaterei/+s

English (LSJ)

ίδος, ἡ,= θυγατριδῆ, Inscr.Magn.196.9.

Greek Monolingual

θυγατερεΐς, ἡ (Α)
επιγρ. η θυγατέρα της κόρης, η εγγονή από κόρη, αλλ. θυγατριδή.
[ΕΤΥΜΟΛ. θυγατερ-εΐς< θ. θυγατέρ- του θυγάτηρ (πρβλ. αιτ. θυγατέρα) + κατάλ. -εΐς, δηλωτική του απογόνου (πρβλ. Νηρ-εΐς)].