καλαμοθήκη
From LSJ
γυναιξὶ κόσμον ἡ σιγὴ φέρει → it is silence that gives women dignity
English (LSJ)
ἡ, A reed-case, Gloss.
Greek Monolingual
καλαμοθήκη, ἡ (Α)
η θήκη τών καλάμων που χρησιμοποιούνταν για γραφή, καλαμάρι, μελανοδοχείο.
γυναιξὶ κόσμον ἡ σιγὴ φέρει → it is silence that gives women dignity
Full diacritics: κᾰλᾰμοθήκη | Medium diacritics: καλαμοθήκη | Low diacritics: καλαμοθήκη | Capitals: ΚΑΛΑΜΟΘΗΚΗ |
Transliteration A: kalamothḗkē | Transliteration B: kalamothēkē | Transliteration C: kalamothiki | Beta Code: kalamoqh/kh |
ἡ, A reed-case, Gloss.
καλαμοθήκη, ἡ (Α)
η θήκη τών καλάμων που χρησιμοποιούνταν για γραφή, καλαμάρι, μελανοδοχείο.