μέρεια

From LSJ
Revision as of 11:19, 11 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

Δεῖ τοὺς μὲν εἶναι δυστυχεῖς, τοὺς δ' εὐτυχεῖς → Aliis necesse est bene sit, aliis sit male → Die einen trifft das Unglück, andere das Glück

Menander, Monostichoi, 125
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μέρεια Medium diacritics: μέρεια Low diacritics: μέρεια Capitals: ΜΕΡΕΙΑ
Transliteration A: méreia Transliteration B: mereia Transliteration C: mereia Beta Code: me/reia

English (LSJ)

ἡ,    A = μερίς, Tab.Heracl.1.18,85: glossed by φυλῆς μέρος ἐκ δέκα τρι<ακ>άδων συνεστός, Hsch.

Greek (Liddell-Scott)

μέρεια: ἡ, = μερίς, Ἡρακλεωτ. Πίνακ. ἐν Συλλ. Ἐπιγρ. 5774. 18, 85· - καθ’ Ἡσυχ.: «φυλῆς μέρος ἐκ δέκα τριακάδων συνεστώς».

Greek Monolingual

μέρεια, ἡ (Α)
1. μερίδα
2. (κατά τον Ησύχ.) «φυλῆς μέρος ἐκ δέκα τρι(ακ)άδων συνεστός».
[ΕΤΥΜΟΛ. Κατ' απόσπαση από συνθ. σε -μέρεια (πρβλ. πολυμερής > πολυμέρεια)].