μισητίζω
From LSJ
ὁ ναύτης ὁ ἐν τῇ νηῒ μένων βούλεται τοὺς τέτταρας φίλους ἰδεῖν → the sailor staying on the ship wants to see his four friends
ὁ ναύτης ὁ ἐν τῇ νηῒ μένων βούλεται τοὺς τέτταρας φίλους ἰδεῖν → the sailor staying on the ship wants to see his four friends
Full diacritics: μῑσητίζω | Medium diacritics: μισητίζω | Low diacritics: μισητίζω | Capitals: ΜΙΣΗΤΙΖΩ |
Transliteration A: misētízō | Transliteration B: misētizō | Transliteration C: misitizo | Beta Code: mishti/zw |
A = μισέω, Hsch.
μῑσητίζω: μισέω, Ἡσύχ.
μισητίζω (Α) μισητός
(κατά τον Ησύχ.) «μισῶ».