ἀγριοφανής
From LSJ
Ὕβρις κακὸν μέγιστον ἀνθρώποις ἔφυ → Malum est hominibus maximum insolentia → Das größte Übel ist für Menschen Übermut
English (LSJ)
ές, A appearing wild, Corn.ND27.
Greek (Liddell-Scott)
ἀγριοφανής: -ές, ὁ φαινόμενος ἄγριος, Κορνοῦτ. 27.
Spanish (DGE)
-ές
que parece salvaje, ἐμμέλεια ἀ. καὶ αὐστηρά Corn.ND 27.