ἀμετάκλιτος
From LSJ
Βούλου γονεῖς πρώτιστον ἐν τιμαῖς ἔχειν → Tibi sunt parentes primo honorandi loco → Erweise deinen Eltern an erster Stelle Ehr
English (LSJ)
ον, A inflexible, steadfast, Sch.A.Th.312, cf. ib.Pr.34.
Spanish (DGE)
-ον
inflexible, firme εὐστήρικτοι καὶ ἀ. φύλακες Sch.A.Th.312, ἀμετάτρεπτοι καὶ ἀ. εἰσὶν οἱ τοῦ Διὸς λογισμοί Sch.A.Pr.34.
Greek Monolingual
ἀμετάκλιτος, -ον (Μ) μετακλίνω
άκαμπτος, σταθερός.