ἔκτοτε
Ἔνεισι καὶ γυναιξὶ σώφρονες τρόποι → Insunt modesti mores etiam mulieri → Auch Frauen haben in sich weise Lebensart
English (LSJ)
Adv. for ἐκ τότε, A thereafter, Socr.Rhod.1, Arr.An.1.26.4, Plu.Caes.48, POxy.486.9 (ii A.D.), Vett.Val.168.28, Sm.Is.16.13, Sch.D.T.p.427 H.: condemned by Luc.Sol.7.
German (Pape)
[Seite 782] von damals, seitdem, Sp., wie Ath. IV, 148 c; vgl. Lob. zu Phryn. p. 46.
Greek (Liddell-Scott)
ἔκτοτε: ἐπίρρ. ἀντὶ ἐκ τότε, ἐξ ἐκείνου τοῦ χρόνου, Ἀθήν. 148C.
Spanish (DGE)
adv. por ἐκ τότε desde entonces, a partir de aquel momento, seguidamente καὶ ἔ. ἐκέλευσεν Socr.Rhod.2, καὶ ἔ. ... ἐβαρβάριζον Arr.An.1.26.4, cf. Plu.Caes.48, POxy.486.9 (II d.C.), Vett.Val.159.32, ἐξ οὗ ἔ. κατακλινὴς ἐγενόμην PFouad.28.13 (I d.C.), ἔ. οὖν μέχρι τοῦ νῦν PMeyer 8.11 (II d.C.), cf. Sm.Is.16.13, Sch.D.T.427.32, en correlación ἔκτοτε ... ἐξότε IAmastris 39 (imper.), considerado pseudoático, Luc.Sol.7, Phryn.29.
Greek Monolingual
(AM ἔκτοτε)
επίρρ. από τότε, από εκείνο τον χρόνο
αρχ.
1. αμέσως, παρευθύς
2. στο μεταξύ.