βιοτοσκόπος
From LSJ
Ζῶμεν γὰρ οὐχ ὡς θέλομεν, ἀλλ' ὡς δυνάμεθα → Ut quimus, haud ut volumus, aevum ducimus → nicht wie wir wollen, sondern können, leben wir
English (LSJ)
ον, A of or for casting a nativity, ὥρη Man.4.572.
German (Pape)
[Seite 446] ὥρη, die Nativität stellend, Maneth. 4, 572.
Greek (Liddell-Scott)
βιοτοσκόπος: -ον, ὁ δεικνύων τὴν γέννησίν τινος, ὥρην Ἠελίου βιοτοσκόπον αὐγάζοντος Μανέθ. 4. 572.
Spanish (DGE)
-ον del horóscopo ὥρη Man.4.572.