Γενάρης

From LSJ
Revision as of 21:30, 29 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")

ἡδέως γὰρ ἀνέχεσθε τῶν ἀφρόνων → for you suffer fools gladly (2 Corinthians 11:19)

Source

Greek Monolingual

ο
ο Ιανουάριος, ο πρώτος μήνας του έτους.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < λατ. Ianuarius
Κατ' άλλους, ο τ. Γενάρης προήλθε παρετυμολογικά από τη λ. γέννα διότι κατ' αυτόν τον μήνα γεννούν τα πρόβατα
τέλος, παρετυμολογικά συνδέεται η λ. Γενάρης με τη γέννα του Χριστού].