δέξηται, δέχονται, ύπεδέξατο, προσδέχεται → should receive, receive, received, receives
-η, -ο1. ο αιμοφιλικός·[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < hemophilus, νεολατιν. επιστημον. όρος, ελληνογενής < αίμα + φίλος].