διόδους
From LSJ
οὐδέν γε πλὴν ἢ τὸ πέος ἐν τῇ δεξιᾷ → nothing, except for my penis in my right hand | nothing, except what I have in my right hand
English (LSJ)
A bidens, Gloss.
Spanish (DGE)
-ουν
de dos dientes τύρχη δ. ξυλίνη DP 15.47, cf. Gloss.2.278.
Greek Monolingual
ο
ψάρι τών θερμών θαλασσών, τυπικός αντιπρόσωπος της οικογένειας τών διοδοντιδών.