νευροτενής

From LSJ
Revision as of 16:05, 30 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

διώκει παῖς ποτανὸν ὄρνιν → a boy chases a bird on the wing, vain pursuit

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νευροτενής Medium diacritics: νευροτενής Low diacritics: νευροτενής Capitals: ΝΕΥΡΟΤΕΝΗΣ
Transliteration A: neurotenḗs Transliteration B: neurotenēs Transliteration C: nevrotenis Beta Code: neurotenh/s

English (LSJ)

ές, A stretched by sinews, παγὶς ν. a snare of gut, AP6.109 (Antip.).

Greek (Liddell-Scott)

νευροτενής: -ές, ὁ διὰ νεύρων τεντωμένος, παγὶς νευροτενής, ἐκ χορδῶν παρεσκευασμένη, Ἀνθ. Π. 6. 109.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
tendu au moyen de cordes.
Étymologie: νεῦρον, τείνω.

Greek Monolingual

νευροτενής, -ές (Α)
ο τεντωμένος ή ο κατασκευασμένος με χορδές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νεῦρον «χορδή» + -τενής (< τένος < τείνω), πρβλ. σχοινο-τενής, ταυρο-τενής].

Greek Monotonic

νευροτενής: -ές (τείνω), τεντωμένος μέσω νεύρων, κατασκευασμένος με χορδές από έντερα, σε Ανθ.

Russian (Dvoretsky)

νευροτενής: затянутый или стягиваемый сухожильными нитями (παγίδες Anth.).

Middle Liddell

νευρο-τενής, ές τείνω
stretched by sinews, made of gut, Anth.