ἰκτερίτης

From LSJ
Revision as of 11:52, 1 January 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

ξένος ὢν ἀκολούθει τοῖς ἐπιχωρίοις νόμοις → as a foreigner, follow the laws of that country | when in Rome, do as the Romans do

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἰκτερίτης Medium diacritics: ἰκτερίτης Low diacritics: ικτερίτης Capitals: ΙΚΤΕΡΙΤΗΣ
Transliteration A: ikterítēs Transliteration B: ikteritēs Transliteration C: ikteritis Beta Code: i)kteri/ths

English (LSJ)

= A rosmarinum, ibid.; but ἰκτερ-ῖτις, Ps.-Dsc.3.75, Apul.Herb.80 (v.l. -es

Greek Monolingual

ἰκτερίτης, ὁ και θηλ. ἰκτερῑτις (Α)
το φυτό δεντρολίβανο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἴκτερος
το φυτό χρησιμοποιούνταν ως φάρμακο κατά του ικτέρου].