πυρίτοκος

From LSJ
Revision as of 14:55, 1 January 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b3">ῐ], ον</b>" to "ῐ], ον")

Ὁ γράμματ' εἰδὼς καὶ περισσὸν νοῦν ἔχει → Qui litteras didicere, mentis plus habent → Wer schreiben kann, hat auch bedeutenden Verstand

Menander, Monostichoi, 403
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πῠρίτοκος Medium diacritics: πυρίτοκος Low diacritics: πυρίτοκος Capitals: ΠΥΡΙΤΟΚΟΣ
Transliteration A: pyrítokos Transliteration B: pyritokos Transliteration C: pyritokos Beta Code: puri/tokos

English (LSJ)

[ῐ], ον, A gendered in fire, of Dionysus, Lyd.Mens.4.160.

Greek (Liddell-Scott)

πῠρίτοκος: -ον, ὁ ἐν πυρὶ γεννηθείς, ἐπὶ τοῦ Διονύσου, Ἰω. Λυδ. περὶ μηνῶν 4. 95.

Greek Monolingual

-ον, Α
(ως προσωνυμία του Διονύσου) αυτός που γεννήθηκε μέσα στη φωτιά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πυρι- (βλ. λ. πυρ) + -τόκος (< τόκος < τίκτω), πρβλ. θαλασσό-τοκος. Η προπαροξυτονία προσδίδει στον τ. παθητική σημασία].