κυανοπτέρυξ

From LSJ
Revision as of 16:31, 22 January 2021 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)

Λιμῷ γὰρ οὐδέν ἐστιν ἀντειπεῖν ἔπος → Famem adeo responsare nil contra datur → Erfolgreich widerspricht dem Hunger nicht ein Wort

Menander, Monostichoi, 321
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κῠᾰνοπτέρυξ Medium diacritics: κυανοπτέρυξ Low diacritics: κυανοπτέρυξ Capitals: ΚΥΑΝΟΠΤΕΡΥΞ
Transliteration A: kyanoptéryx Transliteration B: kyanopteryx Transliteration C: kyanopteryks Beta Code: kuanopte/ruc

English (LSJ)

υγος, ὁ, ἡ, = κυανόπτερος (with blue-black feathers, dark-winged), παῖς Ἀφροδίτας Cerc. 5.2.

Greek Monolingual

κυανοπτέρυξ, -υγος, ὁ, ἡ (Α)
(για τον Έρωτα) αυτός που έχει μαύρα φτερά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κύανος + πτέρυξ (πρβλ. λευκο-πτέρυξ, φοινικο-πτέρυξ)].