Γελᾷ δ' ὁ μῶρος, κἄν τι μὴ γελοῖον ᾖ → Mens stulta ridet, quando ridendum est nihil → Es lacht der Tor, auch wenn es nichts zu lachen gibt
Full diacritics: κίτταρις | Medium diacritics: κίτταρις | Low diacritics: κίτταρις | Capitals: ΚΙΤΤΑΡΙΣ |
Transliteration A: kíttaris | Transliteration B: kittaris | Transliteration C: kittaris | Beta Code: ki/ttaris |
v. κίδαρις.
[Seite 1443] ἡ, = κίδαρις, κίταρις, v. l.
κίτταρις, ἡ (Α)
(κατά τον Ησύχ.) (στους Κυπρίους) η κίδαρις.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. κίδαρις.