πυρίστατος
From LSJ
εἶτα ὁ γνώμων μοί πως ἀνίσταται → then my tool suddenly stood up
English (LSJ)
v. sub πυριστάτης.
Greek Monolingual
ὁ, Μ
πυροστάτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. του πυριστάτης / πυροστάτης.
εἶτα ὁ γνώμων μοί πως ἀνίσταται → then my tool suddenly stood up
Full diacritics: πυρίστατος | Medium diacritics: πυρίστατος | Low diacritics: πυρίστατος | Capitals: ΠΥΡΙΣΤΑΤΟΣ |
Transliteration A: pyrístatos | Transliteration B: pyristatos | Transliteration C: pyristatos | Beta Code: puri/statos |
v. sub πυριστάτης.
ὁ, Μ
πυροστάτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. του πυριστάτης / πυροστάτης.