Φελλείτης
From LSJ
Ὑπὸ τῆς ἀνάγκης πολλὰ γίγνεται κακά → Ad multa cogit nos necessitas mala → Der Zwang der Not lässt vieles schlimme Leid geschehn
English (LSJ)
ου, ὁ, a man of Phelleus, St.Byz.
Greek Monolingual
ὁ, Α
ο κάτοικος της περιοχής Φελλεύς.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < Φελλεύς, βραχώδης περιοχή της Αττικής + κατάλ. -ίτης].