σταφιδευταῖος

From LSJ
Revision as of 08:42, 14 March 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "αῑο" to "αῖο")

ἡ πρὸς τοὺς ἄρρενας συνουσίαpassionate friendship between males

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στᾰφῐδευταῖος Medium diacritics: σταφιδευταῖος Low diacritics: σταφιδευταίος Capitals: ΣΤΑΦΙΔΕΥΤΑΙΟΣ
Transliteration A: staphideutaîos Transliteration B: staphideutaios Transliteration C: stafideftaios Beta Code: stafideutai=os

English (LSJ)

α, ον, (σταφίς) A of dried grapes,= στεμφυλίτης, τρύγες Hp.Morb.3.17; σταφίδιοι οἶνοι raisin wines, ibid.; σταφιδίτης οἶνος Orib.Fr.19, Gloss.

German (Pape)

[Seite 930] von getrockneten und gepreßten Weinbeeren, Hippocr., τρὺξ στεμφυλῖτις σταφ.

Greek (Liddell-Scott)

στᾰφῐδευταῖος: -α, -ον, (σταφὶς) ὁ ἐκ ξηρῶν σταφυλῶν ἤτοι σταφίδων, ὡς τὸ στεμφυλίτης, Ἱππ. 497. 8· σταφίδιος οἶνος, ὁ ἐξ ἀσταφίδων, αὐτόθι 7· σταφιδίτης οἶνος Γλωσσ., ἑτέρα γραφὴ σταφιδευτέος, ἴδε Θ. Παπαδημητρακόπουλου ἐν Ἀθηνᾶς τόμ. Α΄, σ. 111.

Greek Monolingual

-αία, -ον, Α
φρ. «σταφιδευταῖος οἶνος» — κρασί από ξηρή σταφίδα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σταφίς, -ίδος + κατάλ. -αῖοςπιθ. μέσω αμάρτυρου σταφιδευτής].

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

σταφιδευταῖος -α -ον [σταφίς] van gedroogde druiven.