ἀνάγκᾳ δ' οὐδὲ θεοὶ μάχονται → but not even gods fight necessity (Simonides, fr. 37.1.29)
κεραμεοῡς, -ᾱ, -οῦν (Α) κέραμοςαυτός που έχει κατασκευαστεί από κέραμο, κεράμειος, πήλινος.