ζωοφοβία

From LSJ
Revision as of 09:24, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Τῶν εὐτυχούντων πάντες ἄνθρωποι φίλοι → Homines amici sunt omnes felicibus → Nur derer, die im Glück sind, Freund ist jeder Mensch

Menander, Monostichoi, 507

Greek Monolingual

η
ιατρ. ψυχοπάθεια κατά την οποία καταλαμβάνεται κάποιος από αδικαιολόγητο φόβο με τη θέα και μόνο ορισμένων ζώων.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. zoophobia < zoo- (πρβλ. ζωο- [ΙΙ]) + phobia (πρβλ. φοβία)].