ἄπαγ' ἐς μακαρίαν ἐκποδών → get lost, buzz off, on yer bike, bug off, bugger off, clear out, clear off, take a hike, beat it, scram, get out of here, get outta here
ἡμίπυρος, -ον (Α)
ο κατά το ήμισυ, ο εν μέρει, ο ατελώς πύρινος («ἡμίπυρος σελήνη», Πλούτ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + -πυρος (< πυρ), πρβλ. διά-πυρος, ολό-πυρος].