εὐκαταφρόνητός ἐστι σιγηρὸς τρόπος → a way of life disposed to silence is contemptible (Menander)
η
δρόμος μετ' εμποδίων, φυσικών ή τεχνητών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. κωλυσ- του κωλύω (πρβλ. κώλυσ-ις) + -δρομία (< -δρομος < δρόμος), πρβλ. παγο-δρομία, σκυταλο-δρομία. Σύνθ. του τύπου τερψίμβροτος.