μελλοφανής
From LSJ
κρεῖττον εἶναι φιλοσόφως ἀποθανεῖν ἢ ἀφιλοσόφως ζῆν → that it is better to die in manner befitting a philosopher than to live unphilosophically
Greek (Liddell-Scott)
μελλοφᾰνής: -ές, ὁ μέλλων νὰ ἐμφανισθῇ, Ἰω. Μαλαλ. 1, σ. 104.
Greek Monolingual
μελλοφανής, -ές (Μ)
αυτός που πρόκειται να εμφανιστεί.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέλλω + -φανής(< φαίνω), πρβλ. ηλιο-φανής].