καὶ κεραμεὺς κεραμεῖ κοτέει καὶ τέκτονι τέκτων, καὶ πτωχὸς πτωχῷ φθονέει καὶ ἀοιδὸς ἀοιδῷ → and potter is ill-disposed to potter, and carpenter to carpenter, and the beggar is envious of the beggar, the singer of the singer
ἡμιμερής, -ές (Μ)
ο μισός, αυτός που αποτελεί μισό μερίδιο, που συνίσταται από μισό μέρος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + -μερής (< μέρος), πρβλ. μονομερής, πολυμερής].