θαλαμοφόρα
From LSJ
Οὐδεὶς ἀνίας χρήματα δοὺς ἐπαύσατο → Nullum e maerore exemit data pecunia → Mit Geld hat keiner noch beendet eine Qual
Greek Monolingual
τα
τα τρηματοφόρα πρωτόζωα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θάλαμος + -φορος (< φέρω), πρβλ. μαρσιποφόρα, τρηματοφόρα].