ταπιδυφάντης
From LSJ
μή μοι θεοὺς καλοῦσα βουλεύου κακῶς· πειθαρχία γάρ ἐστι τῆς εὐπραξίας μήτηρ, γυνὴ Σωτῆρος· ὦδ᾽ ἔχει λόγος → When you invoke the gods, do not be ill-advised. For Obedience is the mother of Success, wife of Salvation—as the saying goes.
English (LSJ)
ου, ὁ, A carpet-weaver, PHib.1.112.76 (iii B.C.); written ταπιδοφ-, PCair.Zen.484.2,3,17 (iii B.C.): hence τᾰπῐδῠφ-αντικά, τά, proceeds of tax on carpet-weavers, Ostr.Bodl.i 47 (ii B.C., -υφ-).
Greek Monolingual
και ταπιδοφάντης, ὁ, Α
υφαντής ταπήτων, κατασκευαστής χαλιών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τάπις, -ιδος + ὑφαντής (< ὑφαίνω, πρβλ. ἐριο-υφάντης)].