ἀσκεῖν περὶ τὰ νοσήματα δύο, ὠφελεῖν ἢ μὴ βλάπτειν → strive, with regard to diseases, for two things — to do good, or to do no harm | as to diseases, make a habit of two things — to help, or at least, to do no harm
Full diacritics: φόρτῐμος | Medium diacritics: φόρτιμος | Low diacritics: φόρτιμος | Capitals: ΦΟΡΤΙΜΟΣ |
Transliteration A: phórtimos | Transliteration B: phortimos | Transliteration C: fortimos | Beta Code: fo/rtimos |
η, ον, = φορτικός 1, πλοῖον Sch.Ar.Av.599.
φόρτιμος: -η, -ον, = φορτικὸς Ι, Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Ὄρν. 599.
-ίμη, -ον, Α
φορτικός, αυτός που χρησιμοποιείται για μεταφορές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φόρτος + κατάλ. -ιμος (πρβλ. νόστ-ιμος)].