ἀστερόπληκτος
From LSJ
αὐτόχειρες οὔτε τῶν ἀγαθῶν οὔτε τῶν κακῶν γίγνονται τῶν συμβαινόντων αὐτοῖς → for not with their own hands do they deal out the blessings and curses that befall us
English (LSJ)
ον, struck 'sine fulmine' (by a meteoric bolt), Seneca QN1.15.
Spanish (DGE)
-ον alcanzado por un meteorito Seneca QN 1.15.3.
Greek Monolingual
ἀστερόπληκτος, -ον (Α)
χτυπημένος από μετεωρίτη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αστήρ (-έρος) + -πληκτος < πλήσσω.