ἀμφαγαπάω
Βιοῦν ἀλύπως θνητὸν ὄντ' οὐ ῥᾴδιον → Mortalis ullus vix sit exsors tristium → Schwer ist's für Sterbliche zu leben ohne Leid
English (LSJ)
Ep. = ἀμφαγαπάζω (embrace warmly, treat kindly, greet warmly, embrace with love), aor. ἀμφαγάπησε h.Cer. 439 ; ἑὸν κακὸν ἀμφαγαπῶντες (i.e. Pandora) Hes. Op. 58 ; ἀμφαγαπᾷ Orac. ap. DS. 8 Fr. 21.
Spanish (DGE)
(ἀμφᾰγᾰπάω)
acoger con abrazos, con cariño κόρην Δημήτερος h.Cer.439, ἑὸν κακόν de Pandora, Hes.Op.58, del caballo de Troya, Triph.138
•fig. ὅπου τράγος ἁλμυρὸν οἶδμα ἀμφαγαπᾷ Orác. en D.S.8.21, cf. Apoll.Met.Ps.118.119.
German (Pape)
[Seite 133] dass., h. Cer. 439; ἑὸν κακόν Hes. O. 58; Tryphiod. 138.
Greek (Liddell-Scott)
ἀμφᾰγᾰπάω: Ἐπ., ὅμοιον τῷ προηγ.: ἀόρ. ἀμφαγάπησε Ὕμ. Ὁμ. εἰς Δήμ. 439· ἑὸν κακὸν ἀμφαγαπῶντες (ὅ ε. τὴν Πανδώραν) Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 58· ἀμφαγαπᾷ Χρησμ. παρὰ Διοδ. Ἐκλογ. Βατ. σελ. 11.― «ἀμφαγαπῶντες, ἀσπαζόμενοι» Ἡσύχ.
Greek Monotonic
ἀμφᾰγᾰπάω: = το προηγ., σε Ησίοδ.· αόρ. αʹ ἀμφαγάπησα, σε Ομηρ. Ύμν.
Russian (Dvoretsky)
ἀμφᾰγᾰπάω: любовно принимать, ласково встречать (τινα HH, Hes.).