ἔκτοτε
καὶ οἱ ἀμαθέστατοι τῶν ἰατρῶν τὸ αὐτὸ σοὶ ποιοῦσιν, ἐλεφαντίνους νάρθηκας καὶ σικύας ἀργυρᾶς ποιούμενοι καὶ σμίλας χρυσοκολλήτους: ὁπόταν δὲ καὶ χρήσασθαι τούτοις δέῃ, οἱ μὲν οὐδὲ ὅπως χρὴ μεταχειρίσασθαι αὐτὰ ἴσασιν → the most ignorant of doctors do the same as you, getting themselves ivory containers, silver cupping instruments, and gold-inlaid scalpels; but when it's time to use those things, they haven't the slightest notion of how to handle them
English (LSJ)
Adv. for ἐκ τότε, thereafter, Socr.Rhod.1, Arr.An.1.26.4, Plu.Caes.48, POxy.486.9 (ii A.D.), Vett.Val.168.28, Sm.Is.16.13, Sch.D.T.p.427 H.: condemned by Luc.Sol.7.
Spanish (DGE)
adv. por ἐκ τότε desde entonces, a partir de aquel momento, seguidamente καὶ ἔ. ἐκέλευσεν Socr.Rhod.2, καὶ ἔ. ... ἐβαρβάριζον Arr.An.1.26.4, cf. Plu.Caes.48, POxy.486.9 (II d.C.), Vett.Val.159.32, ἐξ οὗ ἔ. κατακλινὴς ἐγενόμην PFouad.28.13 (I d.C.), ἔ. οὖν μέχρι τοῦ νῦν PMeyer 8.11 (II d.C.), cf. Sm.Is.16.13, Sch.D.T.427.32, en correlación ἔκτοτε ... ἐξότε IAmastris 39 (imper.), considerado pseudoático, Luc.Sol.7, Phryn.29.
German (Pape)
[Seite 782] von damals, seitdem, Sp., wie Ath. IV, 148 c; vgl. Lob. zu Phryn. p. 46.
Greek (Liddell-Scott)
ἔκτοτε: ἐπίρρ. ἀντὶ ἐκ τότε, ἐξ ἐκείνου τοῦ χρόνου, Ἀθήν. 148C.
Greek Monolingual
(AM ἔκτοτε)
επίρρ. από τότε, από εκείνο τον χρόνο
αρχ.
1. αμέσως, παρευθύς
2. στο μεταξύ.