προσδείκνυμι
From LSJ
ἑὰν δὲ προσποιούμενος ᾗ τὰ μαθήματά πως ἀπείρως προβάλλων, οὐκ ἔστιν αἰτίας ἔξω → But should one profess knowledge as he puts forward something in an inexperienced way, he is not without blame (Pappus 3.1.30.31f.)
English (LSJ)
show besides, Poll.9.113.
German (Pape)
[Seite 755] (s. δείκνυμι), noch dazu zeigen, Sp.
Russian (Dvoretsky)
προσδείκνῡμι: сверх того показывать Arst.
Greek (Liddell-Scott)
προσδείκνῡμι: δεικνύω, προσέτι, Πολυδ. Θ΄, 113.