διαβλήτωρ
From LSJ
Δρυὸς πεσούσης πᾶς ἀνὴρ ξυλεύεται → Quercu cadente, nemo ignatu abstinet → Fiel erst die Eiche, holt ein jeder Mann sich Holz
English (LSJ)
ορος, ὁ, slanderer, Man.4.236.
Spanish (DGE)
-ορος, ὁ calumniador Man.4.236.
Greek (Liddell-Scott)
διαβλήτωρ: -ορος, ὁ, ὁ διαβάλλων, ὁ συκοφάντης, Μανέθ. 4. 236.