ostrich

From LSJ
Revision as of 11:25, 13 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)(==Wikipedia EN==)(\n)(.*)(\n[{=])" to "{{wkpen |wketx=$3 }}$4")

μὴ κρίνετε, ἵνα μὴ κριθῆτε → do not judge, or you will be judged | do not judge, lest you should be judged | judge not, that ye be not judged | judge not, that you be not judged | do not judge, so that you will not be judged | do not judge so that you will not be judged | do not judge lest you be judged | do not judge, so that you won't be judged | you shall not judge, lest you be judged | don't condemn others, and God won't condemn you | judge not, that you may not be judged | stop judging so that you will not be judged | do not judge others, so that God will not judge you

Source

English > Greek (Woodhouse)

Woodhouse page for ostrich - Opens in new window

substantive

P. μέγας στροῦθος (Xen.); also στροῦθος, ὁ, alone in Ar.

Wikipedia EN

Struthio molybdophanes

The common ostrich (Struthio camelus) or simply ostrich, is a species of large flightless bird native to certain large areas of Africa. It is one of two extant species of ostriches, the only living members of the genus Struthio in the ratite order of birds. The other is the Somali ostrich (Struthio molybdophanes), which was recognized as a distinct species by BirdLife International in 2014 having been previously considered a very distinctive subspecies of ostrich

Wikipedia EL

Η στρουθοκάμηλος είναι μεγάλο πτηνό, που ανήκει στην οικογένεια Στρουθιονίδες και στην τάξη Στρουθιόμορφα των δρομέων. Υπάγεται στην ομάδα των ατροπιδοφόρων πουλιών, τα οποία στερούνται τρόπιδας στο στέρνο τους και δεν μπορούν να πετάξουν. Είναι συγγενικό είδος με τους δρομείς που έζησαν κατά το Τριτογενές . Πρόκειται για το μεγαλύτερο πουλί που ζει σήμερα στον πλανήτη μας. Ζει σε αγέλες και τρέφεται με σπόρους, φρούτα και έντομα. Εξαιτίας του κυνηγιού της για το φτέρωμά της, παρατηρείται μείωση του πληθυσμού της τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα στην Αφρική και στην Αραβική Χερσόνησο. Τα φτερά του πουλιού χρησιμοποιούνται για διακοσμητικούς σκοπούς, ενώ το κρέας και τα αυγά της τρώγονται. Σε πολλές περιοχές του κόσμου, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα υπάρχουν και εκτροφεία στρουθοκαμήλων.

Translations

af: volstruis; am: ሰጎን; ang: strȳta; an: struthio camelus; ar: نعامة; ast: struthio camelus; av: варанихӏинчӏ; azb: دوه‌قوشو; az: dəvəquşu; be: страус; bg: щраус; bn: উটপাখি; br: struskañval; bs: noj; ca: estruç comú; cdo: dò̤-nēu; ceb: struthio camelus; chr: ᎬᎾ ᎤᏔᎾ; ckb: وشترمر; cs: pštros dvouprstý; cy: estrys; da: struds; de: Afrikanischer strauß; el: στρουθοκάμηλος; eml: strus; en: common ostrich; eo: struto; es: struthio camelus; et: jaanalind; eu: ostruka; fa: شترمرغ; fi: strutsi; fj: ositereji; fo: strutsur; fr: autruche d'afrique; gan: 鴕鳥; ga: ostrais; gd: struth; gl: avestruz; hak: thò-niâu; ha: jimina; he: יען מצוי; hi: शुतुरमुर्ग; hr: noj; hu: strucc; hy: ջայլամ; ia: struthio camelus; id: burung unta; ilo: kadawyan nga abestrus; io: strucho; it: struthio camelus; ja: ダチョウ; jbo: strutione; jv: manuk unta; ka: აფრიკული სირაქლემა; kbd: махъшэбзу; kbp: taataa; kk: түйеқұс; kn: ಉಷ್ಟ್ರ ಪಕ್ಷಿ; ko: 타조; ku: hêştirme; kw: strus; ky: төө куш; la: struthio; lbe: варани чӏелму; lfn: strutioniformo; li: struusvogel; lt: afrikinis strutis; lv: strauss; mk: ној; ml: ഒട്ടകപ്പക്ഷി; mrj: африка страус; mr: शहामृग; ms: burung unta; my: ငှက်ကုလားအုတ်; ne: अस्ट्रिच; nl: struisvogel; nn: slettestruts; no: slettestruts; nso: mpšhe; nv: tsídiitsoh; oc: estruci; pa: ਸ਼ੁਤਰਮੁਰਗ; pcd: oetriche; pl: struś czerwonoskóry; pnb: شترمرغ; ps: اوښمرغه; pt: avestruz; qu: awistrus; ro: struț; ru: страус; scn: struzzu; sco: ostrich; sd: اٺ پکي; sh: noj; simple: ostrich; si: පැස්බරා; sk: pštros dvojprstý; sl: noj; sn: mhou shiri; so: goronyo; sr: ној; su: manuk onta; sv: struts; sw: mbuni; ta: தீக்கோழி; te: నిప్పుకోడి; tg: шутурмурғ; th: นกกระจอกเทศ; tl: abestrus; tr: deve kuşu; tum: ntibatiba; udm: страус; ug: تۆگىقۇش; uk: страус; ur: شتر مرغ; vi: đà điểu châu phi; vls: struusveugel; war: struthio camelus; wuu: 鸵鸟; yi: שטרויס; yo: ògòngò; zea: struusveugel; zh_min_nan: tô-chiáu; zh_yue: 鴕鳥; zh: 鸵鸟