Διπόλια

From LSJ
Revision as of 16:39, 24 November 2022 by Spiros (talk | contribs) (pape replacement)

ὁπόσον τῷ ποδὶ περρέχει τᾶς γᾶς, τοῦτο χάριςevery inch of his stature is grace, from top to toe he's a complete charmer

Source

French (Bailly abrégé)

ων (τά) :
c. Διπόλεια.

Greek Monolingual

Διπόλια και Διπόλεια και Διιπόλια και Διπολίεια, τα (Α)
γιορτή της αρχαίας Αθήνας προς τιμήν του Διός Πολιέως.

German (Pape)

Διϊπόλια, Διπόλεια.