Ὡς αἰσχρὸν εὖ ζῆν ἐν πονηροῖς ἤθεσιν → Turpis res laute vivere ingenium malum → Wie schimpflich, wenn ein schlechter Mensch in Wohlstand lebt
ο, θηλ. Χαλκιδαία, Ν
κάτοικος της Χαλκίδας ή αυτός που κατάγεται από την Χαλκίδα.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < Χαλκίδα + κατάλ. -αίος (πρβλ. Σιφναίος)].