οἰκουροκαθέδριος

From LSJ
Revision as of 16:45, 9 May 2023 by Spiros (talk | contribs)

Εἰ μὴ φυλάσσεις μίκρ', ἀπολεῖς τὰ μείζονα → Maiora perdes, minima ni servaveris → Wer Kleines nicht erhält, verliert das Größre auch

Menander, Monostichoi, 172
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: οἰκουροκαθέδριος Medium diacritics: οἰκουροκαθέδριος Low diacritics: οικουροκαθέδριος Capitals: ΟΙΚΟΥΡΟΚΑΘΕΔΡΙΟΣ
Transliteration A: oikourokathédrios Transliteration B: oikourokathedrios Transliteration C: oikourokathedrios Beta Code: oi)kourokaqe/drios

English (LSJ)

βίος, home-keeping and sedentary life, Tz.H.1.287.

Greek Monolingual

οἰκουροκαθέδριος, -ον (Μ)
φρ. «οικουροκαθέδριος βίος» — μονήρης βίος, οικιακός βίος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < οἰκουρός «αυτός που μένει στο σπίτι» + καθέδριος «καθιστικός»].