Βίος βίου δεόμενος οὐκ ἔστιν βίος → Non est vitalis vita victus indigens → Kein Leben ist ein Leben ohne Unterhalt
-η, -ο, Νφυτεμένος με πεύκα, γεμάτος πεύκα.[ΕΤΥΜΟΛ. < πεύκο + -φυτος (< φύω, φύομαι), πρβλ. δενδρόφυτος].