αὐτῇ τῇ ψυχῇ αὐτὴν τὴν ψυχὴν θεωροῦντα ἐξαίφνης ἀποθανόντος ἑκάστου → beholding with very soul the very soul of each immediately upon his death
-ές, Α
αυτός που έχει πολλά άνθη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ- + -θαλής (< θάλος, το «βλαστός» < θάλλω), πρβλ. ετεροθαλής].