ἐπ' αὐτὸν ἐπενθρῴσκει πυρὶ καὶ στεροπαῖς ὁ Διὸς γενέτας, δειναὶ δ' ἅμ᾽ ἕπονται κῆρες ἀναπλάκητοι → the son of Zeus is springing upon him with fiery lightning, and with him come the dread unerring Fates
χορτογενής: -ές, ὁ ἐκ χόρτου γεννηθείς, Ἀναστ. Συναΐτ. 1064Β.
-ές, Μ
αυτός που προέρχεται από χόρτο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χόρτος + -γενής (< γένος < γίγνομαι), πρβλ. ἀμπελογενής].