ἀλλὰ ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ → but deliver us from evil
στρεψοδικῶ, -έω, ΝΑχρησιμοποιώ στρεψοδικίεςνεοελλ.διαστρέφω την αλήθεια.[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. στρεψ- του αόρ. ἔστρεψα του στρέφω + -δικῶ (< -δικος < δίκη), πρβλ. φυγοδικώ].