προδοτήρ
From LSJ
Καλὸν τὸ γηρᾶν καὶ τὸ μὴ γηρᾶν πάλιν → Res pulchra senium, pulchra non senescere → Schön ist das Altsein, doch nicht alt sein wieder auch
German (Pape)
[Seite 717] ῆρος, ὁ, = Folgendem, Tzetz. AH. 382.
Greek (Liddell-Scott)
προδοτήρ: ῆρος, ὁ, = τῷ ἑπομ. Τζέτζ. τὰ πρὸ Ὁμήρου 382.
Greek Monolingual
-ῆρος, ὁ, και θηλ. τ. προδότρια, Μ
ο προδότης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. προδο- του προδίδωμι (πρβλ. προδοσία, προδότης) + επίθημα -τήρ (πρβλ. αποδοτήρ)].