τέτραμος

From LSJ
Revision as of 16:30, 11 May 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")

ἐρημία μεγάλη 'στὶν ἡ Μεγάλη Πόλις → the Great City is a great wasteland

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τέτρᾰμος Medium diacritics: τέτραμος Low diacritics: τέτραμος Capitals: ΤΕΤΡΑΜΟΣ
Transliteration A: tétramos Transliteration B: tetramos Transliteration C: tetramos Beta Code: te/tramos

English (LSJ)

ὁ, = τρόμος, Hp.Morb.1.24 (cod. θ), Erot.; cf. τέτρομος.

Greek Monolingual

ὁ, Α
τρόμος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. ανάγεται στη συνεσταλμένη βαθμίδα τραμ- του θ. τρεμ- του ρ. τρέμω και εμφανίζει επιτατικό αναδιπλασιασμό τε- (πρβλ. τέτανος)].

Frisk Etymology German

τέτραμος: -μαίνω
{tétramos}
See also: s. τρέμω.
Page 2,885