ἀπαρασήμαντος
From LSJ
ἀλλὰ πάνυ ἑτοίμως παρορᾷς → but you quite purposely see wrongly
English (LSJ)
ἀπαρασήμαντον, unnoticed, ἀ. τι ἀφιέναι, ἐᾶσαι, LXX 2 Ma.15.36, Mon.Ant.23.61 (Seleucia), cf. Michel 546.21 (Anisa, i B. C.).
Spanish (DGE)
-ον
no indicado, no señalado, olvidado ἀ. τι ἐᾶσαι Michel 546.21 (Anisa I a.C.), LXX 2Ma.15.36, cf. Mon.Ant.23.61 (Seleucia), Origenes Io.2.23 (p.80.21), Ath.Al.M.25.156C.
German (Pape)
[Seite 279] nicht bezeichnet, ohne Anmerkung, VLL.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπαρασήμαντος: -ον, ἀσημείωτος, Ἑβδ. (Μακκ. Β΄, ιε΄, 36), Βασίλ.
Greek Monolingual
ἀπαρασήμαντος, -ον (Α) παρασημαίνομαι
ασημείωτος.