ἀκίναγμα
From LSJ
Ἰσχυρότερον δέ γ' οὐδέν ἐστι τοῦ λόγου → Oratione nulla vis superior → Nichts ist gewiss gewaltiger als die Vernunft | Nichts ist gewiss gewalt'ger als der Rede Kraft
English (LSJ)
[ᾰκῐ], τό, = τίναγμα, χειρῶν ἠδὲ ποδῶν Lyr.Adesp.30 B (= Call.Fr.anon.68):—also ἀκιναγμός, ὁ, Hsch.
Spanish (DGE)
-ματος, τό
• Prosodia: [ᾰκῐ-]
sacudida, temblor χειρῶν ἠδὲ ποδῶν Lyr.Adesp.122.
Greek (Liddell-Scott)
ἀκίναγμα: [ᾰκῐ], τό, -γμός, ὁ, = τίναγμα, -γμός, «χειρῶν ἠδὲ ποδῶν ἀκινάγματα, τὰ τινάγματα τῶν ποδῶν μετὰ ῥυθμοῦ, καὶ τὰ τῶν χειρῶν κινήματα», Ποιητ. ἐν Ἐτυμ. Μ. 48. 39.
Greek Monolingual
ἀκίναγμα, το (Α)
το ρυθμικό τίναγμα τών ποδιών και των χεριών.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. ακινάκης].