ῥυτίδωσις
From LSJ
Δίκαιος ἴσθι, ἵνα δικαίων δὴ τύχῃς → Sis aequus, aequa ut consequaris tu quoque → Sei du gerecht, damit Gerechtes dir widerfährt
English (LSJ)
-εως, ἡ, wrinkling, contraction, e.g. of the eye, Gal.10.171 (pl.), Ruf.Fr.78.
German (Pape)
[Seite 854] ἡ, das Runzeln, Medic.
Greek (Liddell-Scott)
ῥῠτίδωσις: ἡ, τὸ ῥυτιδοῦσθαι, ἡ συστολή, σμίκρυνσις, π.χ. τοῦ ὀφθαλμοῦ, Γαλην. τ. 10, 58, πρβλ. ῥύπωσις.