διαφεγγής

From LSJ
Revision as of 11:38, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

ἀπὸ λεπτοῦ μίτου τὸ ζῆν ἤρτηται → life hangs by a thin thread

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διαφεγγής Medium diacritics: διαφεγγής Low diacritics: διαφεγγής Capitals: ΔΙΑΦΕΓΓΗΣ
Transliteration A: diaphengḗs Transliteration B: diaphengēs Transliteration C: diafeggis Beta Code: diafeggh/s

English (LSJ)

διαφεγγές, pellucid: Adv. Comp., ὑέλου διαφεγγέστερον ἀπαστράπτειν Luc.Am.26.

Spanish (DGE)

-ές
luminoso como pred. τὸ δ' ἄλλο σῶμα ... Σιδωνίας ὑέλου διαφεγγέστερον ἀπαστράπτει Luc.Am.26, ἄστρων διαφεγγεῖς μαρμαρυγὰς ὁρῶμεν Heraclit.All.75, πυρὸς σέλατα, διαφεγγέα πάντῃ Orph.Fr.247.28 (ap. crít.).

German (Pape)

[Seite 610] ές, durchglänzend, ὑέλου διαφεγγέστερον ἀστράπτει Luc. Amor. 26.

Russian (Dvoretsky)

διαφεγγής: сверкающий, яркий: Σιδωνίας ὑέλου διαφεγγέστερον ἀπαστράπτειν Luc. блестеть ярче сидонского стекла.

Greek (Liddell-Scott)

διαφεγγής: -ές, διαφανής, Λουκ. Ἐρωσ. 26.

Greek Monolingual

-ές (ΑΝ)
διαφανής, διάφωτος.