διάχυλος
From LSJ
ἁρμονίη ἀφανὴς φανερῆς κρείττων → the hidden attunement is better than the obvious one, invisible connection is stronger than visible, harmony we can't see is stronger than harmony we can, unseen harmony is stronger than what we can see
English (LSJ)
διάχυλον, juicy, succulent, σάρξ Arist.HA603b20.
Spanish (DGE)
-ον
1 jugoso σάρξ Arist.HA 603b20.
2 líquido, acuoso κολλύρια Aët.7.102
•tb. neutr. subst. diachyl, diachylum, CIL 13.10021.91, cf. 178 (ambas Galia).
German (Pape)
[ῡ], durch und durch saftig, σάρξ, Arist. H.A. 8.21.
Russian (Dvoretsky)
διάχῡλος: полный соков, сочный (σάρξ Arst.).
Greek (Liddell-Scott)
διάχῡλος: -ον, πλήρης χυμοῦ, Ἀριστ. Ἱ. Ζ. 8. 21, 4.
Greek Monolingual
-ο (Α -ος, -ον)
ο γεμάτος χυμό
νεοελλ.
το ουδ. ως ουσ. το διάχυλο
είδος εμπλάστρου.