βαθύκαρπος
From LSJ
Ῥύου δὲ σαυτὸν παντὸς ἐκ φαύλου τρόπου → Ex omni more malefico tete eruas → Bewahre dich vor jeder üblen Lebensart
English (LSJ)
βαθύκαρπον, rich in fruits, εἰρήνη IG3.170.
Spanish (DGE)
(βᾰθύκαρπος) -ον
• Prosodia: [-ῠ-]
densa en frutos εἰρήνη IG 22.4786 (II d.C.).
Greek (Liddell-Scott)
βαθύκαρπος: -ον, πλούσιος ἐν καρποῖς, ἀφθόνους φέρων καρπούς, εὔκαρπος, εἰρήνη Ἐπιγράμ. Ἑλλην. 792.